- Ὑμεναίῳ
- Ὑμέναιοςmasc dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υμεναίω — όω, Α [ὑμέναιος] 1. άδω τον υμέναιο 2. νυμφεύομαι … Dictionary of Greek
ὑμεναιῶ — ὑμεναιόω sing the wedding song pres subj act 1st sg ὑμεναιόω sing the wedding song pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμεναίῳ — ὑμέναιος the wedding masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνυμεναιώ — όω, Α ψάλλω τον υμέναιο, τον γαμήλιο ύμνο από κοινού με άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ὑμεναιῶ «τραγουδώ το γαμήλιο άσμα»] … Dictionary of Greek